ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ: 20:51
Αγώνα να παραμείνουν σε ανοδική τροχιά δίνουν οι βασικοί δείκτες της Wall Street στη συνεδρίαση της Τετάρτης, εν μέσω των ανάμεικτων μηνυμάτων από αξιωματούχους της Federal Reserve για τα επόμενα βήματα στο μέτωπο των επιτοκίων, παρά τις αυξανόμενες ελπίδες των επενδυτών ότι η κεντρική τράπεζα θα μπορούσε να ξεκινήσει τις μειώσεις από το επόμενο έτος.
Την ίδια στιγμή, οι επενδυτές αξιολογούν τα οικονομικά στοιχεία που ανακοινώθηκαν πριν από το άνοιγμα της συνεδρίασης, ενώ αναμένουν αυτά που θα ανακοινωθούν αύριο για τις δαπάνες προσωπικής κατανάλωσης, προκειμένου να αποκτήσουν μια καλύτερη εικόνα για τις επόμενες κινήσεις της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ.
Έτσι, οι βασικοί δείκτες συνεχίζουν σε ανοδική τροχιά αλλά με πιο ήπιο ρυθμό από αυτόν που ξεκίνησαν. Συγκεκριμένα, ο βιομηχανικός δείκτης Dow Jones ενισχύεται κατά 0,37% ή 131,26 μονάδες και κινείται στις 35.548,24 μονάδες, ο ευρύτερος S&P 500 προσθέτει 0,26% στις 4.566,90 μονάδες, ενώ ο τεχνοβαρής Nasdaq ενισχύεται οριακά κατά 0,16% στις 14.304,89 μονάδες.
Την αισιοδοξία των επενδυτών ότι πλησιάζει η στιγμή που η Fed θα αρχίσει να μειώνει τα επιτόκια ενίσχυσαν εχθές οι δηλώσεις ορισμένων αξιωματούχων της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας. Συγκεκριμένα, το μέλος του Δ.Σ. της Federal Reserve, Κρίστοφερ Γουόλερ, σε ομιλία του την Τρίτη δήλωσε ότι αν η πρόοδος στην αποκλιμάκωση του πληθωρισμού συνεχιστεί "για αρκετούς ακόμα μήνες, τρεις, τέσσερις, πέντε μήνες... θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε να μειώνουμε το επιτόκιο μας".
Ανάλογες προσδοκίες καλλιέργησε και ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας του Σικάγου, Όστιν Γκούλσμπι, που ανέφερε ότι "για το 2023 είμαστε σε πορεία να δούμε τη μεγαλύτερη μείωση του πληθωρισμού τα τελευταία 71 χρόνια".
Η αισιοδοξία αυτή οδήγησε σε περαιτέρω αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ομολόγων σήμερα. Ειδικότερα, η απόδοση του αμερικανικού 10ετούς υποχωρεί κατά 4,7 μονάδες βάσης στο 4,288% από 4,335% που ήταν το απόγευμα της Τρίτης, η απόδοση του 2ετούς ομολόγου μειώθηκε κατά 7,8 μονάδες βάσης στο 4,656% από 4,734% την Τρίτη, ενώ κατά 4,8 μονάδες βάσης υποχώρησε και η απόδοση του 30ετούς ομολόγου, στο 4,474% από 4,552% την προηγούμενη ημέρα.
Εξέλιξη που αύξησε την όρεξη των επενδυτών για πιο ριψοκίνδυνες επενδυτικές αξίες.
Ωστόσο, λίγο μετά την έναρξη της σημερινής συνεδρίασης, οι δηλώσεις του προέδρου της Fed Ρίτσμοντ, Τομ Μπάρκιν, κατά τη διάρκεια εκδήλωσης του CNBC ψαλίδισε την αισιοδοξία των επενδυτών ότι οι μειώσεις επιτοκίων πλησιάζουν. Ο Μπάρκιν δήλωσε επιφυλακτικός για την πορεία του πληθωρισμού και πρόσθεσε ότι ο ίδιος δεν είναι έτοιμος να δηλώσει πως η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ έχει ολοκληρώσει τον κύκλο των αυξήσεων.
Πιο συγκεκριμένα, ο Μπάρκιν δήλωσε πως δεν έχει πειστεί ότι ο πληθωρισμός βρίσκεται σε ήπια αλλά σταθερά πτωτική πορεία, ενώ εξέφρασε την άποψη ότι οι πληθωριστικές πιέσεις να αποδειχθούν πιο επίμονες από ό,τι θα ήθελε, και ως εκ τούτου η συζήτυηση για μειώσεις επιτοκίων είναι "πρόωρη".
Τις ελπίδες των επενδυτών για μείωση των επιτοκίων από το επόμενο έτος ψαλίδισαν και τα στοιχεία για την αμερικανική οικονομία, τα οποία έδειξαν ότι έτρεξε το γ’ τρίμηνο με ταχύτερο ρυθμό απ' ό,τι είχε αρχικά εκτιμηθεί, ξεπερνώντας ακόμα και τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις.
Ειδικότερα, , με βάση τη δεύτερη εκτίμηση του υπουργείου Εμπορίου των ΗΠΑ, η αμερικανική οικονομία αναπτύχθηκε με ετήσιο ρυθμό 5,2%, αντί για 4,9% που είχε ανακοινωθεί προηγουμένως.
Παρότι οι αναλυτές εκτιμούν ότι οι ιδιαίτερα ισχυρές επιδόσεις δεν αναμένεται να επαναληφθούν και τα επόμενα τρίμηνα και οι οικονομολόγοι περιμένουν ότι η οικονομία να επιβραδύνει υπό το βάρος και της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής που εφαρμόζει η Federal Reserve για να χαλιναγωγήσει τον πληθωρισμό, η ισχυρή ανάπτυξη της οικονομίας αμβλύνει τις πιθανότητες η Fed να κάνει στροφή στη νομισματική πολιτική της σύντομα.
Εν τω μεταξύ, το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ αυξήθηκε τον Οκτώβριο κατά 3,4%, στα 89.8 δισ. δολάρια όπως έδειξαν τα προκαταρκτικά στοιχεία που ανακοίνωσε νωρίτερα το υπουργείο Εμπορίου.
Οι εισαγωγές αγαθών ήταν αμετάβλητες σε γενικές γραμμές, στα 260,7 δισ. δολάρια τον Οκτώβριο, ενώ οι εξαγωγές υποχώρησαν 1,7% στα 170,8 δισ. δολάρια.