Της Ξανθής Γούναρη
Την ώρα που οι καταναλωτές διαπιστώνουν πως ούτε το ελαιόλαδο γλιτώνει από το φαινόμενο της ασυμμετρίας των τιμών, οι οποίες ενώ ανεβαίνουν σαν πύραυλος όταν υπάρχει μείωση πέφτουν σαν φτερό, οι εκπρόσωποι της εγχώριας βιομηχανίας τυποποίησης του πράσινου χρυσού ζητούν για μια ακόμη φορά να εφαρμοστεί η κείμενη νομοθεσία κατά της διακίνησης χύμα - ανώνυμου λαδιού (σ.σ. ο γνωστός 16κιλος τενεκές), που σε ποσότητες ξεπερνάει τους 80.000 τόνους έναντι μόλις 15.800 τόνων του τυποποιημένου.
"Η εφαρμογή της νομοθεσίας έχει πολιτικό κόστος και οι πολιτικές ηγεσίες ασχέτως κόμματος δεν είναι διατεθειμένες να το επωμιστούν" τόνισε με έμφαση ο Μανώλης Γιαννούλης, πρόεδρος της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Ελαιολάδου (ΕΔΟΕ), σε χθεσινή συνάντηση των εκπροσώπων του κλάδου με τους δημοσιογράφους. Κατά την άποψή του αυτή είναι η μόνη εξήγηση γιατί η εμπορία χύμα ελαιολάδου σε συσκευασίες άνω των 5 λίτρων που δεν προορίζονται για αυτοκανάλωση ζει και βασιλεύει παρά την απαγόρευση, η οποία ισχύει εδώ και δύο δεκαετίες.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της ΕΔΟΕ η διαφεύγουσα φορολογητέα ύλη από τη διακίνηση του τενεκέ ανέρχεται ετησίως από 300 έως 600 εκατ. ευρώ ανάλογα με τις παραγόμενες ποσότητες και τις τιμές παραγωγού σε κάθε ελαιοκομική σεζόν. Μόνο από τη μη είσπραξη ΦΠΑ υπολογίζεται ότι οι ετήσιες απώλειες για τα κρατικά ταμεία κυμαίνονται σε 55-73 εκατ. ευρώ.
Ωστόσο δεν είναι μόνο το θέμα της φοροδιαφυγής στη διακίνηση χύμα ελαιολάδου, αλλά και το θέμα της υγείας, όπως επεσήμανε από την πλευρά του ο Κώστας Κουτσιούμπης, πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τυποποιήσεως Ελαιολάδου (ΣΕΒΙΤΕΛ). "Στη διακίνηση χύμα ελαιόλαδου κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί την ποιότητά του" ανέφερε, θυμίζοντας ότι στην Ισπανία καταργήθηκε ο τενεκές γιατί πριν 40 χρόνια πέθαναν 180 άνθρωποι λόγω νοθείας στο χύμα προϊόν. "Στην Ισπανία δεν κυκλοφορεί αυτή τη στιγμή ούτε ένας τενεκές πάνω από 5 λίτρα", σημείωσε.
Επιπλέον εκτός από την οικιακή κατανάλωση και η εστίαση έχει κατακλυστεί από το χύμα ελαιόλαδο. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΕΒΙΤΕΛ, η αγορά της Ho.Re.Ca. ζήτημα είναι αν προμηθεύεται 8-10 χιλιάδες τόνους ελαιόλαδο μέσω της βιομηχανίας τυποποίησης, με το μεγαλύτερο μέρος των αναγκών να καλύπτεται από τον τενεκέ ή το χύμα προϊόν, ενώ δεν εφαρμόζεται ούτε η νομοθεσία για χρήση μη επαναχρησιμοποιούμενων συσκευασιών ελαιολάδου στα εστιατόρια.
Πάντως η εφαρμογή των my data και του Μητρώου των παραγωγών που πρόκειται να λειτουργήσει εντός του έτους είναι μια καλή κίνηση από την πλευρά της Πολιτείας ώστε να μειωθεί η διακίνηση του 16κιλου τενεκέ παραδέχθηκαν οι εκπρόσωποι του ΣΕΒΙΤΕΛ.
Πτώση 55% σε 15 χρόνια
Η προτίμηση των καταναλωτών στον τενεκέ αποτυπώνεται και στη δραματική μείωση των πωλήσεων του ελαιολάδου από τα σούπερ μάρκετ, λένε οι τυποποιητές.
Είναι χαρακτηριστικό ότι την περίοδο Μάιος 2023 – Μάιος 2024, όταν δηλαδή οι λιανικές τιμές του ελαιόλαδου είχαν χτυπήσει κόκκινο, κυέως 12,5-13 ευρώ το λίτρο, οι πωλήσεις σε όγκο μέσω του καναλιού της οργανωμένης λιανικής υποχώρησαν στους 13.950 τόνους. Πρόκειται, σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΕΒΙΤΕΛ, για το χαμηλότερο επίπεδο κατανάλωσης τα τελευταία 15 χρόνια.
Αντίθετα όταν άρχισε να αποκαθίσταται η προσφορά και να υποχωρούν οι τιμές, που σήμερα κινούνται σε ένα εύρος από 7,90 έως 10,5 ευρώ το λίτρο, οι όγκοι κατανάλωσης άρχισαν να ανακάμπτουν. Συγκεκριμένα την περίοδο Μάιος 2024 – Μάιος 2025 οι πωλούμενες ποσότητες τυποποιημένου ελαιολάδου μέσω των σούπερ μάρκετ ανήλθαν σε 15.800 τόνους, απέχοντας ωστόσο αρκετά από τους 18.000 τόνους που πωλούνταν το 2018 προ πανδημίας και πληθωριστικών πιέσεων.
Αξίζει να αναφερθεί ότι πριν 15 χρόνια ο πωλούμενος όγκος του τυποποιημένου ελαιολάδου στα ράφια των αλυσίδων ήταν 35.000 τόνοι.
Φθηνό στο χωράφι, ακριβό στο ράφι
Αυτό όμως που δεν φαίνεται να αλλάζει κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες είναι το άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ χωραφιού και ραφιού όσον αφορά τις τιμές καταναλωτή.
Έτσι ακόμη και εφέτος που η παραγωγή κυμαίνεται στους 250.000 τόνους και οι καταναλωτές πληρώνουν 30% φθηνότερα για το τυποποιημένο έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, οι τιμές παραγωγού υποχωρούν σχεδόν σε διπλάσιο ποσοστό, στο -57%, καθώς από 8,5 – 9 ευρώ πέρσι έχουν πέσει πλέον στο 3,8 ευρώ το κιλό. Μάλιστα ο κύριος Κουτσιούμπης δεν βλέπει περαιτέρω μειώσεις τιμών στο ράφι για εφέτος.