Συνέντευξη στην ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΠΙΠΕΡΟΠΟΥΛΟΥ
Φωτογράφηση ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΑΝΤΑΣ
Απο µια πρώτη επιχειρηµατική απόπειρα που δεν ευδοκίµησε µέχρι την ίδρυση της InstaShop –µιας πλατφόρµας online delivery που κατέκτησε τη Μέση Ανατολή και οδήγησε σε µία από τις µεγαλύτερες εξαγορές startup µε ελληνικό DNA–, ο Γιάννης Τσιώρης χτίζει ιστορίες που εµπνέουν την επόµενη γενιά επιχειρηµατιών. Σήµερα, ως ιδρυτής της Revotech, επιστρέφει µε νέο όραµα –αυτή τη φορά στον τοµέα της υγείας και της τεχνητής νοηµοσύνης–, παραµένοντας πιστός στη φιλοσοφία του ότι "η επιχειρηµατικότητα δεν είναι διαγωνισµός επιτυχίας, αλλά µια διαδροµή αυτογνωσίας". Με αφοπλιστική ειλικρίνεια, µιλά για τα λάθη που έγιναν µαθήµατα, για την ισορροπία ανάµεσα στη διαίσθηση και τα δεδοµένα και για τις προκλήσεις του επιχειρηµατικού περιβάλλοντος στην Ελλάδα.
Η εξαγορά της InstaShop από την Delivery Hero έναντι 360 εκατ. δολαρίων ήταν ένα από τα µεγαλύτερα deals για startup µε ελληνικό DNA. Πώς προέκυψε αυτή η συµφωνία και πώς βιώσατε προσωπικά τη διαδικασία της εξαγοράς;
Αρχικά, η πώληση της εταιρείας δεν ήταν στα σχέδιά µας. Ήµασταν απόλυτα ικανοποιηµένοι µε την πορεία της InstaShop και επικεντρωµένοι στο να τη χτίζουµε σταθερά, βήµςα-βήµα, δίνοντας προτεραιότητα στην εµπειρία του χρήστη και στη βιώσιµη ανάπτυξη. Όταν, όµως, οι δρόµοι µας συναντήθηκαν µε την Delivery Hero –µια γερµανική εταιρεία µε βαθιά τεχνογνωσία στον χώρο του delivery, εισηγµένη στο Χρηµατιστήριο της Φρανκφούρτης και µέλος του δείκτη DAX–, αποφασίσαµε να δούµε πού θα µπορούσε να οδηγήσει αυτή η συνάντηση.
Η διαδικασία της διαπραγµάτευσης ήταν πολύµηνη και επίπονη και, πολλές φορές, µια συµφωνία φάνταζε απίθανη. Θυµάµαι ότι µέχρι και την τελευταία στιγµή δυσκολευόµουν να υπογράψω το τελικό συµφωνητικό. Δεν ήταν εύκολο να παραδώσουµε κάτι που είχαµε δηµιουργήσει από το µηδέν, ανεξαρτήτως του µεγάλου τιµήµατος που µας προσέφεραν.
Πολλοί παράγοντες συνέβαλαν στην απόφασή µας να προχωρήσουµε µε την εξαγορά. Ορισµένοι ήταν προσωπικοί, όπως η επιθυµία µου να επιστρέψω στην Ελλάδα και η ανάγκη να εξασφαλίσω οικονοµικά την οικογένειά µου.
Τελικά, υπήρξε η συµφωνία και οι υπογραφές έπεσαν. Μαζί µε την οµάδα καταφέραµε να µετατρέψουµε µια αρχική επένδυση ύψους 6,5 εκατ. δολαρίων σε µια εταιρεία αξίας 360 εκατ. δολαρίων, προσφέροντας στους µετόχους µας µια µέση απόδοση 55 φορές το αρχικό τους κεφάλαιο.

Έπειτα από µια µεγάλη επιτυχία, πώς αποφεύγετε τον εφησυχασµό; Τι κάνετε συνειδητά για να παραµείνετε πεινασµένος, δηµιουργικός και σε "beginner’s mindset";
Ένα από τα πιο επικίνδυνα πράγµατα για έναν επιχειρηµατία είναι να πιστέψει ότι είναι φτασµένος. Για µένα, κάθε επιτυχία είναι προσωρινή στάση, όχι προορισµός. Διατηρώ µια νοοτροπία που συνδυάζει ταπεινότητα µε αδικαιολόγητη αυτοπεποίθηση – και αυτό µε κρατά σε εγρήγορση.
Βοήθησε πολύ πως, µετά την InstaShop, µπήκα σε έναν εντελώς νέο χώρο –τον τοµέα της υγείας– ξεκινώντας από το µηδέν. Αυτή η "αρχαριότητα" µε αναγκάζει να µαθαίνω συνεχώς, να ρωτάω, να αµφιβάλλω και να παραµένω ταπεινός, κρατώντας ταυτόχρονα το ενδιαφέρον και τον ενθουσιασµό στα ύψη.
Επίσης, σκόπιµα αποφεύγω τη βολή της ρουτίνας. Ακόµα κι όταν όλα φαίνονται να λειτουργούν οµαλά, ξέρω ότι υπάρχει περιθώριο για βελτίωση. Αλλάζω το περιβάλλον της εταιρείας, αναζητώ διαφορετικές οπτικές και δηµιουργώ "αναµπουµπούλα" και περιπέτεια όταν χρειάζεται.
Τέλος, περιβάλλοµαι από µια οµάδα απολύτως παθιασµένη να βελτιώσει τον κόσµο – και αυτή η ενέργεια είναι µεταδοτική. Η πείνα στην επιχειρηµατικότητα δεν είναι µόνο συνειδητή επιλογή· είναι µια ανεξέλεγκτη εσωτερική δύναµη, µια αδηφάγα φωτιά που χρειάζεται συνεχώς "καύσιµη ύλη": το πάθος για δηµιουργία.
Πώς εξελίχθηκε η επαγγελµατική σας πορεία µετά την InstaShop; Με ποιες δραστηριότητες ή νέες επιχειρηµατικές πρωτοβουλίες ασχολείστε σήµερα; Ποιοι είναι οι επόµενοι στόχοι σας και ποια σχέδια έχετε για το µέλλον;
Αυτό που µε εµπνέει και µου δίνει ενέργεια κάθε µέρα είναι η δηµιουργία – να ξεκινώ κάτι καινούργιο από το µηδέν, να του δίνω µορφή και σκοπό και να βλέπω πώς µπορεί να αφήσει ουσιαστικό και θετικό αποτύπωµα στη ζωή εκατοµµυρίων ανθρώπων.
Μετά την ολοκλήρωση του κύκλου µου στην InstaShop, ίδρυσα τη Revotech, µια τεχνολογική εταιρεία µε φιλόδοξο όραµα και ξεκάθαρη αποστολή: να αναπτύσσει καινοτόµες τεχνολογίες στον τοµέα της υγείας.
Η υγεία είναι, αναµφίβολα, το πιο πολύτιµο αγαθό που διαθέτουµε. Στόχος µας στη Revotech είναι να αξιοποιήσουµε την τεχνητή νοηµοσύνη και τις ψηφιακές εφαρµογές, ώστε τα προβλήµατα υγείας να εντοπίζονται έγκαιρα. Με αυτόν τον τρόπο, η αντιµετώπισή τους γίνεται πιο εύκολη, πιο αποτελεσµατική και, σε πολλές περιπτώσεις, πιο οικονοµική.
Αυτή την περίοδο είµαι απόλυτα αφοσιωµένος στο πρώτο µας προϊόν, το οποίο θα ανακοινώσουµε πολύ σύντοµα. Δεν µπορώ ακόµη να αποκαλύψω λεπτοµέρειες, αλλά είναι κάτι που µας ενθουσιάζει και πιστεύουµε ότι θα εξελιχθεί σε µια επιχείρηση τεράστιας κλίµακας στον χώρο της υγείας.
Πριν από την ίδρυση της InstaShop είχατε ασχοληθεί µε άλλα επιχειρηµατικά εγχειρήµατα; Αν ναι, ποια µαθήµατα αποκοµίσατε από αυτά;
Πριν από την ίδρυση της InstaShop είχα ήδη δοκιµάσει τις δυνάµεις µου στο πρώτο µου επιχειρηµατικό εγχείρηµα, το Vound, ένα δηµιουργικό, ηχητικό κοινωνικό δίκτυο που επέτρεπε στους χρήστες να µοιράζονται σύντοµα ηχητικά αποσπάσµατα των 11 δευτερολέπτων, συνδυασµένα µε εικόνες. Ήταν µια ιδέα πρωτοποριακή για την εποχή της, που κατάφερε να προσελκύσει δεκάδες χιλιάδες ενεργούς χρήστες, µε ιδιαίτερα υψηλή πιστότητα.
Παρ’ όλα αυτά, η πορεία της εταιρείας δεν εξελίχθηκε όπως ελπίζαµε. Παρά τον ενθουσιασµό και τη δυναµική του εγχειρήµατος, δεν καταφέραµε να εξασφαλίσουµε τη χρηµατοδότηση που θα µας επέτρεπε να αναπτυχθούµε σε µεγαλύτερη κλίµακα. Είχαµε, επίσης, περιορισµένη εµπειρία ως νέοι ιδρυτές, κάτι που αναπόφευκτα φάνηκε στην πράξη.
Παρότι το Vound δεν κατέληξε σε επιτυχία, αποτέλεσε για µένα ένα πολύτιµο σχολείο. Έµαθα πώς στήνεται ένα προϊόν και µια επιχείρηση από το µηδέν και –ίσως πιο σηµαντικό– πώς να αντιµετωπίζω την αποτυχία όχι ως τέλος, αλλά ως µάθηµα.
Αν είχα επιτρέψει στην αποτυχία του Vound να µε αποθαρρύνει, η InstaShop πιθανότατα δεν θα είχε υπάρξει ποτέ. Αντίθετα, αξιοποίησα όλα όσα έµαθα ώστε να κινηθώ πιο γρήγορα, πιο στοχευµένα και πιο αποφασιστικά στο νέο εγχείρηµα. Σε µεγάλο βαθµό, η επιτυχία της InstaShop στηρίχθηκε ακριβώς σε εκείνα τα µαθήµατα.

Πώς γεννήθηκε η ιδέα για την InstaShop και ποιο ήταν το αρχικό σας όραµα όταν ξεκινούσατε;
Η ιδέα για την InstaShop γεννήθηκε µέσα από µια απλή, προσωπική ανάγκη. Εκείνη την περίοδο εργαζόµουν ατελείωτες ώρες στην πρώτη µου startup, το Vound, και για να εξοικονοµήσω χρόνο συνήθιζα να παραγγέλνω τα ψώνια µου τηλεφωνικά – κάτι αρκετά συνηθισµένο τότε στα Ηνωµένα Αραβικά Εµιράτα. Ωστόσο η εµπειρία ήταν συχνά απογοητευτική: λάθος προϊόντα, καθυστερήσεις, παραγγελίες που δεν έφταναν ποτέ.
Κάποια στιγµή σκέφτηκα: "Γιατί να µην υπάρχει µια εφαρµογή που, µε λίγα µόνο κλικ, να φέρνει τα ψώνια στην πόρτα σου µέσα σε µία ώρα;". Μια λύση απλή, γρήγορη και αξιόπιστη, που θα εξοικονοµούσε χρόνο – ένα αγαθό εξαιρετικά πολύτιµο για όλους.
Το αρχικό µου όραµα δεν ήταν απλώς η δηµιουργία ακόµα µίας εφαρµογής, αλλά µιας υπηρεσίας που θα βελτίωνε την καθηµερινότητα των ανθρώπων. Ήθελα να προσφέρω µια εµπειρία που θα ξεχώριζε για τη συνέπεια, την ευκολία και τον σεβασµό προς τον χρόνο του χρήστη.
Αυτό το όραµα –το να συνδυάζουµε τεχνολογία µε πραγµατική χρησιµότητα– παρέµεινε αναλλοίωτο µέχρι σήµερα. Είναι µια φιλοσοφία που µε συνοδεύει σε κάθε νέο εγχείρηµα.
Παράλληλα, όµως, η περίοδος εκείνη ήταν εξαιρετικά δύσκολη. Είχα επενδύσει όλες µου τις οικονοµίες στο προηγούµενο project και, επιπλέον, χρωστούσα ένα δάνειο ύψους 100.000 δολαρίων. Ήµουν σε ένα κρίσιµο σταυροδρόµι: να συνεχίσω µε µια startup που αντιµετώπιζε σοβαρές δυσκολίες χρηµατοδότησης ή να ρισκάρω τα πάντα για µια νέα ιδέα που έδειχνε να έχει µέλλον; Αυτή η πίεση, όσο έντονη κι αν ήταν, έγινε τελικά το καύσιµο που οδήγησε στην εξέλιξη.
Τον Ιούνιο του 2015 πήρα την απόφαση – ίσως τη δυσκολότερη και πιο καθοριστική της ζωής µου. Άφησα πίσω το Vound, στο οποίο είχα αφοσιωθεί για 17 µήνες δουλεύοντας 14 ώρες την ηµέρα, και αφιερώθηκα ολοκληρωτικά στην InstaShop. Αν και τότε δεν µπορούσα να γνωρίζω αν ήταν η σωστή επιλογή, εκ του αποτελέσµατος απέδωσε.

Είχατε οικονοµική στήριξη ή βοήθεια για τα πρώτα σας βήµατα ή χρειάστηκε να βασιστείτε αποκλειστικά στις δικές σας δυνάµεις;
Τον πρώτο µήνα λειτουργίας της InstaShop δεν υπήρξε κανένα ουσιαστικό οικονοµικό υπόβαθρο ή εξωτερική στήριξη. Είχα ήδη επενδύσει όλες µου τις οικονοµίες στο προηγούµενο εγχείρηµα και βρισκόµουν σε µια περίοδο µεγάλης πίεσης – οικονοµικής, αλλά και ψυχολογικής. Παρ’ όλα αυτά, η πίστη µου στην ιδέα ήταν απόλυτη.
Σε εκείνη τη φάση, δύο επενδυτικές οµάδες αποδείχθηκαν καθοριστικές. Η Jabbar είχε ήδη εντοπίσει την ευκαιρία στην αγορά και, µόλις τους παρουσίασα την ιδέα, έδειξαν πραγµατικό ενθουσιασµό. Ήταν σε µεγάλο βαθµό και θέµα συγκυρίας: το ενδιαφέρον µας γύρω από τη δηµιουργία µιας διαδικτυακής αγοράς σούπερ-µάρκετ συνέπεσε απόλυτα.
Την ίδια περίοδο, η VentureFriends, που είχε δείξει ενδιαφέρον και για το προηγούµενο εγχείρηµά µας, διερεύνησε τη νέα ιδέα και αποφάσισε να επενδύσει στο νέο µας εγχείρηµα. Είδαν στο concept σηµαντικές προοπτικές, καθώς ταίριαζε απόλυτα µε το προφίλ των επενδύσεών τους.
Άλλωστε, η ιδέα ήταν απλή και ισχυρή: να µπορείς να παραγγείλεις τα ψώνια σου και να τα έχεις στην πόρτα σου σε λιγότερο από µία ώρα. Μια υπόσχεση κατανοητή από όλους – και ακριβώς αυτή η απλότητα έκανε την InstaShop ελκυστική από την πρώτη στιγµή.
Με τη χρηµατοδότηση πλέον εξασφαλισµένη, η επόµενη πρόκληση ήταν να αποδείξουµε ότι µπορούσαµε να κατακτήσουµε την αγορά.
Ποιες ήταν οι µεγαλύτερες προκλήσεις που αντιµετωπίσατε στα πρώτα βήµατα της Instashop και πώς καταφέρατε να τις ξεπεράσετε;
Οι πρώτοι µήνες της InstaShop ήταν γεµάτοι προκλήσεις – όπως συµβαίνει µε κάθε νεοσύστατη εταιρεία. Θυµάµαι το 2015, όταν ξεκινούσαµε, η ανταπόκριση δεν ήταν τόσο ενθουσιώδης όσο θα ήθελα. Οι λιανοπωλητές ήταν διστακτικοί και χρειάστηκε χρόνος για να εµπιστευτούν την ιδέα. Ήταν µια περίοδος έντονης πίεσης, ένα συνεχές κυνήγι, όπου κάθε βήµα απαιτούσε τεράστια προσπάθεια για να προχωρήσουµε στο επόµενο.
Μέσα σε έναν µήνα, όµως, καταφέραµε να αναπτύξουµε µια απλή εφαρµογή που έκανε ένα πράγµα –να επιτρέπει στον χρήστη να παραγγείλει γρήγορα και εύκολα– και το έκανε σωστά.
Τον Ιούνιο του 2015 ξεκινήσαµε µε ένα µόνο σούπερ-µάρκετ που εξυπηρετούσε µια µικρή περιοχή στη Μαρίνα του Ντουµπάι. Ακόµα και αυτή η πρώτη συνεργασία δεν ήταν εύκολη· έπρεπε να πείσω τον ιδιοκτήτη ότι η διαδικτυακή αγορά σούπερ-µάρκετ δεν ήταν πολυτέλεια ή κάτι "nice to have", αλλά µια πραγµατική επιχειρηµατική ευκαιρία που µπορούσε να δηµιουργήσει αξία για την επιχείρησή του και να βελτιώσει το µέλλον της.
Από εκεί και πέρα, τα πράγµατα άρχισαν να παίρνουν µπρος. Μέσα στους πρώτους έξι µήνες είχαµε ήδη επτά συνεργαζόµενα καταστήµατα, καλύπτοντας αντίστοιχες περιοχές στο Ντουµπάι, και µέσα σε έναν χρόνο επεκταθήκαµε και στο Άµπου Ντάµπι. Μέχρι το τέλος του 2016 η InstaShop ήταν σχεδόν δέκα φορές µεγαλύτερη σε σχέση µε έναν χρόνο πριν.
Η ανάπτυξη ήταν εντυπωσιακά γρήγορη, αλλά για µένα το πιο σηµαντικό ήταν κάτι άλλο: η επιβεβαίωση ότι υπήρχε πραγµατική ανάγκη γι’ αυτό που δηµιουργήσαµε. Μια λύση απλή, πρακτική και ουσιαστική, που έκανε την καθηµερινότητα των ανθρώπων λίγο πιο εύκολη – και αυτό από µόνο του άξιζε κάθε λεπτό προσπάθειας.

Τι θεωρείτε ότι αποτέλεσε τον βασικό παράγοντα για την επιτυχία της Instashop; Ποιο ήταν το ανταγωνιστικό σας πλεονέκτηµα;
Το κλειδί της επιτυχίας της InstaShop ήταν –και παραµένει– η απόλυτη προσήλωση στην εµπειρία του χρήστη. Από την πρώτη µέρα, στόχος µας ήταν να προσφέρουµε µια εµπειρία γρήγορη, απλή και αξιόπιστη, που να γίνεται αναπόσπαστο κοµµάτι της καθηµερινότητας του χρήστη.
Δώσαµε ιδιαίτερη σηµασία στη λεπτοµέρεια: στην αποφυγή λαθών κατά τη συλλογή των προϊόντων, στον χρόνο παράδοσης, στον τρόπο επικοινωνίας µε τα καταστήµατα και στην υποστήριξη των πελατών µετά την αγορά – γιατί πάντα υπάρχει το ενδεχόµενο κάποιο αβοκάντο να είναι... σάπιο! Κάθε αλληλεπίδραση µε την InstaShop έπρεπε να εµπνέει εµπιστοσύνη και συνέπεια – δύο στοιχεία που συχνά λείπουν από τις online υπηρεσίες.
Παράλληλα, ένα από τα µεγαλύτερα ανταγωνιστικά µας πλεονεκτήµατα ήταν η ταχύτητα αντίδρασης της οµάδας µας στα δεδοµένα της αγοράς και στις ανάγκες των πελατών. Αν κάτι δεν λειτουργούσε όπως έπρεπε, το προσαρµόζαµε άµεσα, χωρίς τον παραδοσιακό "φόβο του λάθους".
Με λίγα λόγια, η InstaShop δεν έγινε επιτυχηµένη επειδή κάναµε "κάτι διαφορετικό", αλλά επειδή κάναµε το αυτονόητο εξαιρετικά καλά – και το κάναµε µε συνέπεια κάθε µέρα.
Όταν τα δεδοµένα είναι ατελή και ο χρόνος πιέζει, ποιο πλαίσιο λήψης αποφάσεων εµπιστεύεστε; Πώς ισορροπείτε ανάµεσα στη διαίσθηση και στα δεδοµένα;
Σε µια startup οι αποφάσεις σχεδόν ποτέ δεν παίρνονται µέσω µιας καθαρά "επιστηµονικής" διαδικασίας. Συνήθως απαιτείται ένας συνδυασµός λογικής, διαίσθησης και εµπειρίας.
Το πλαίσιο που εµπιστεύοµαι περισσότερο είναι αυτό που αποκαλώ "intuitive rationality" – µια ισορροπία ανάµεσα στην ανάλυση και το ένστικτο. Τα δεδοµένα δείχνουν το "πού βρίσκεσαι" και το "τι φαίνεται να λειτουργεί", αλλά σπάνια σου λένε ξεκάθαρα "πού πρέπει να πας". Εκεί µπαίνει η διαίσθηση – όχι ως αντίπαλος της λογικής, αλλά ως προέκτασή της.
Στην πράξη, λειτουργώ σε τρία βήµατα:
Ζητώ από την οµάδα να µοιραστεί µαζί µου τα διαθέσιµα δεδοµένα και τις συστάσεις της, όσο περιορισµένα ή ατελή κι αν είναι.
Στη συνέχεια, εµπιστεύοµαι τη διαίσθηση – αν κάτι µου "φωνάζει" ότι είναι σωστό ή λάθος, προσπαθώ να καταλάβω γιατί νιώθω έτσι. Τη διαίσθηση τη βλέπω ως συµπυκνωµένη εµπειρία που δεν εκφράζεται εύκολα µε λόγια.
Κινούµαι γρήγορα, αλλά αφήνω χώρο για αναθεώρηση. Λαµβάνω την απόφαση και την επανεξετάζω όσο νωρίτερα γίνεται καθώς γίνονται διαθέσιµα νέα δεδοµένα. Το σηµαντικό δεν είναι να είσαι πάντα σωστός, αλλά να προσαρµόζεσαι ταχύτερα από τους υπόλοιπους.

Πώς αξιολογείτε σήµερα το επιχειρηµατικό περιβάλλον στην Ελλάδα; Έχουν δηµιουργηθεί οι συνθήκες για την ανάπτυξη καινοτόµων ιδεών και ποια θεωρείτε ότι εξακολουθούν να αποτελούν τα µεγαλύτερα εµπόδια; Πιστεύετε ότι η νέα γενιά Ελλήνων επιχειρηµατιών έχει διαφορετική νοοτροπία σε σχέση µε το παρελθόν;
Τα τελευταία χρόνια βλέπω ξεκάθαρα ότι το επιχειρηµατικό περιβάλλον στην Ελλάδα έχει αλλάξει προς το καλύτερο. Υπάρχει πλέον µια νέα γενιά επιχειρηµατιών, επενδυτών και στελεχών που είναι πιο εξωστρεφής, φιλόδοξη και επαγγελµατική. Οι υποδοµές, τα δίκτυα και οι πηγές χρηµατοδότησης έχουν βελτιωθεί σηµαντικά σε σχέση µε µία δεκαετία πριν, ενώ η ελληνική τεχνολογική κοινότητα αρχίζει να δείχνει συνοχή και ωρίµανση.
Ωστόσο, παρά τα βήµατα προόδου, εξακολουθούν να υπάρχουν σηµαντικά εµπόδια. Τα βασικότερα είναι η γραφειοκρατία, τα υψηλά κόστη που συνοδεύουν το επιχειρείν και, ίσως το πιο σηµαντικό, η συλλογική νοοτροπία απέναντι στην επιχειρηµατικότητα. Υπάρχει ακόµη συχνά ένας φόβος απέναντι στο ρίσκο και επιφυλακτικότητα στο να δοκιµάσουµε νέες ιδέες ή να σκεφτούµε έξω από το καθιερωµένο πλαίσιο. Αν καταφέρουµε να αλλάξουµε αυτή τη νοοτροπία και να αποδεχτούµε το ρίσκο ως µέρος της διαδικασίας µάθησης του πώς να πετυχαίνεις, η Ελλάδα θα µπορέσει να εξελιχθεί ταχύτερα σε πραγµατικό κόµβο καινοτοµίας.
Η νέα γενιά, πάντως, δείχνει πιο ανοιχτή στον κόσµο, πιο πρόθυµη να πάρει ρίσκα και σίγουρα πιο εξοικειωµένη µε την τεχνολογία και τα σύγχρονα επιχειρηµατικά µοντέλα. Παραµένω ειλικρινά αισιόδοξος: η Ελλάδα διαθέτει εξαιρετικό ανθρώπινο δυναµικό, τεχνικά καταρτισµένους επαγγελµατίες και δηµιουργικότητα. Πιστεύω ότι η ελληνική επιχειρηµατικότητα οδεύει προς τη σωστή κατεύθυνση και θα µπορεί όλο και περισσότερο να στέκεται ισότιµα στη διεθνή σκηνή.
Τι συµβουλή θα δίνατε σε κάποιον που ξεκινά τώρα τη δική του επιχειρηµατική διαδροµή;
Αν κάτι έµαθα στην πορεία µου, είναι ότι πρέπει να κινείσαι γρήγορα ακόµα και αν κάνεις λάθη. Κάθε λάθος είναι δάσκαλος, και κάθε εµπειρία –ακόµα κι εκείνη που πονά– είναι επένδυση. Και όταν αρχίσεις να χτίζεις κάτι που λειτουργεί και αποφέρει κέρδος, επένδυσε στην οµάδα σου ακόµα περισσότερο. Καµία µεγάλη επιτυχία δεν είναι ατοµική· οι επιτυχηµένες εταιρείες χτίζονται από ανθρώπους που πιστεύουν ο ένας στον άλλον και όλοι µαζί στο κοινό όραµα.
Υπάρχει, όµως, και η άλλη πλευρά της επιτυχίας – η πιο ανθρώπινη και λιγότερο εξιδανικευµένη. Όσο µεγαλώνει µια επιχείρηση, µεγαλώνουν και οι ευθύνες, οι πιέσεις και η δυσκολία των αποφάσεων. Όπως λέει η παροιµία, "µεγάλο καράβι, µεγάλες φουρτούνες". Κάθε επόµενο βήµα φέρνει µεγαλύτερα κύµατα. Γι’ αυτό, νέε εν δυνάµει επιχειρηµατία, πρέπει να είσαι πολύ προσεκτικός µε το τι εύχεσαι: η επιτυχία έχει τίµηµα και, αν την κυνηγήσεις χωρίς µέτρο, µπορεί εύκολα να σε καταπιεί.
Στην πορεία µου επιβεβαίωσα αυτό που ήδη ήξερα: η πραγµατική επιτυχία δεν µετριέται µόνο µε χρήµατα ή εξαγορές, αλλά µε την αίσθηση σκοπού που σε ξυπνά κάθε πρωί. Η επιχειρηµατικότητα δεν είναι διαγωνισµός επιτυχίας, ούτε κυνήγι πλούτου. Είναι µια διαδροµή αυτογνωσίας. Αν κάνεις κάτι που σε εκφράζει, που σου δίνει ενέργεια και σε κάνει να νιώθεις ότι συνεισφέρεις, τότε –ανεξάρτητα από το οικονοµικό αποτέλεσµα– έχεις ήδη πετύχει πολλά.
